Αν βρίσκεστε σε μία οικογενειακή συγκέντρωση, ή σε μία παρέα φίλων, υπάρχουν πολλά θέματα που μπορούν να κάνουν την συζήτηση να “ανάψει”. Οι πολιτικές διαφωνίες και οι αθλητικές κόντρες είναι κοινά θέματα για όλους, ενώ τους τελευταίους μήνες υπεραναλύουμε και κάθε είδηση γύρω από τον κορονοϊό. Κάποιοι θα γκρινιάζουν για τους φουσκωμένους λογαριασμούς και την τιμή της βενζίνης, ενώ άλλοι θα συζητάνε εάν θα κάνουν Χριστούγεννα στην Αράχοβα ή στο Chamonix.
Όμως υπάρχει ένα θέμα που μπορεί να προκαλέσει πραγματική έκρηξη στο τραπέζι! Και αυτό είναι όταν κάποιος έχει δώσει “δανεικά και αγύριστα” σε αυτόν που κάθεται απέναντι του…
Φτώχεια και φιλότιμο
Η δεκαετία της κρίσης έφερε πάρα πολλούς από εμάς σε δύσκολη θέση, αφού οι απολύσεις, οι περικοπές μισθών και οι χρεοκοπίες μαγαζιών μείωσαν το μέσο εισόδημα των Ελληνικών νοικοκυριών πάνω από -22%, μέσα σε λίγα χρόνια. Φυσικό ήταν λοιπόν να βρεθούν αντιμέτωποι με “κόκκινα” δάνεια, απλήρωτους λογαριασμούς και υπέρογκες οφειλές στην εφορία.
Για κάποιους το πρόβλημα ήταν τόσο μεγάλο, που δεν μπορούσαν να καλύψουν ούτε τις βασικές ανάγκες των ίδιων και της άμεσης οικογένειας τους. Ενώ άλλοι μπορεί απλά να ήταν σε καθεστώς ψυχολογικής άρνησης, και να μην δέχονταν να υιοθετήσουν ένα πιο λιτό επίπεδο ζωής.
Σε κάθε περίπτωση, πολλοί στράφηκαν στα μόνα άτομα από τα οποία μπορούσαν να ζητήσουν βοήθεια: τους συγγενείς και τους φίλους τους.
Και για κάποιους από αυτούς, η απάντηση μπορεί να ήταν απλή και μονολεκτική:
“ΟΧΙ.”
Οι περισσότεροι όμως ξέρουμε πως όταν μιλάμε για συγγενείς ή φίλους, τα πράγματα μπορεί να γίνουν… περίπλοκα. Μπορεί να υπάρχουν πιέσεις από τους γονείς μας και άλλα κοινά πρόσωπα, ή να πρέπει να ανταποδώσουμε κάποια παλιότερη εξυπηρέτηση, ή απλά να θέλουμε πραγματικά να βοηθήσουμε τον άνθρωπο μας. Σε κάθε περίπτωση, η υποχρέωση να δώσουμε μία οικονομική βοήθεια μπορεί να είναι μονόδρομος.
Όσοι έχουν βρεθεί σε μία παρόμοια κατάσταση, ξέρουν ότι μία οικονομική συναλλαγή μεταξύ δύο φίλων ή συγγενών μπορεί να αλλάξει ριζικά την σχέση τους. Το θέμα των χρημάτων συνεχίζει να αποτελεί “ταμπού” για τους περισσότερους από εμάς, και ακόμα και εάν οι δύο πλευρές συμφωνούν στους όρους της συναλλαγής, και πάλι δημιουργείται μία μη-ισότιμη σχέση “εξουσίας-υποταγής” μεταξύ αυτού που δίνει τα χρήματα και αυτού που τα λαμβάνει.
Και φυσικά τα πράγματα μπορεί να γίνουν ακόμα πιο άσχημα, εάν κάποιος από τους δύο δεν τηρήσει τους όρους της συναλλαγής. Από την μία ο δανειζόμενος μπορεί να καθυστερεί την αποπληρωμή του, να σπαταλάει τα χρήματα που πήρε σε αχρείαστα έξοδα, ή ακόμα και να ζητάει επιπλέον χρήματα. Από την άλλη, ο δανειστής μπορεί να θεωρεί ότι έχει δικαίωμα να επεμβαίνει στην ζωή του δανειζόμενου, να του ζητάει επιπλέον ανταλλάγματα (οικονομικά ή και όχι), ή να του φέρεται υποτιμητικά μπροστά σε κοινά πρόσωπα.
Όλα αυτά μπορούν πολύ εύκολα να καταστρέψουν μία φιλική σχέση, και να προκαλέσουν εντάσεις σε όλο το συγγενικό περιβάλλον. Ο καλύτερος τρόπος λοιπόν για να περιορίσουμε τους παραπάνω κινδύνους, είναι να ακολουθήσουμε την παροιμία:
“Οι καλοί λογαριασμοί κάνουν τους καλούς φίλους.”
Εάν λοιπόν πάρουμε την απόφαση να βοηθήσουμε οικονομικά ένα κοντινό μας πρόσωπο, καλό θα είναι να ακολουθήσουμε κάποιους βασικούς κανόνες, που θα κατοχυρώσουν ως ένα σημείο και τις δύο πλευρές.
1ος κανόνας: Δάνειο… ή δώρο;
Πριν πάρετε οποιαδήποτε απόφαση, θα πρέπει και οι δύο να έχουν ξεκαθαρίσει από την πρώτη στιγμή υπό ποια συνθήκη δίνονται αυτά τα χρήματα.
Θα είναι ένα ρητό δάνειο, με συγκεκριμένους όρους αποπληρωμής;
Ή θα είναι μία ελεύθερη δωρεά;
Υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που κάποιος θα δώριζε ένα χρηματικό ποσό σε έναν δικό του άνθρωπο, χωρίς να απαιτεί επιστροφή. Για παράδειγμα, ένας γονιός που αγοράζει ένα νέο αυτοκίνητο στο παιδί του, ή κάποιος που θέλει να βοηθήσει έναν συγγενή του σε μία πολύ άσχημη συγκυρία. Σε τέτοιες περιπτώσεις, και οι δύο συνήθως κατανοούν ότι τα χρήματα αυτά δίνονται ως δώρο, χωρίς κάποια απαίτηση άμεσης εξόφλησης.
Ακόμα όμως και μία φαινομενικά ελεύθερη δωρεά, μπορεί να συνοδεύεται από άλλα προβλήματα. Ένας χειριστικός γονέας για παράδειγμα, μπορεί να παρεμβαίνει στην ζωή του παιδιού του με αφορμή τα χρήματα που του δίνει. Ή ένας επιτυχημένος αδελφός μπορεί να ταπεινώνει τον άλλον μπροστά σε όλους, επειδή τον βοηθάει οικονομικά.
Εάν λοιπόν αποφασίσετε να δώσετε σε κάποιον μία οικονομική βοήθεια, θα πρέπει καταρχήν να αποφασίσετε εάν θα ζητήσετε πίσω τα χρήματα αυτά στο μέλλον. Και αυτό εξαρτάται από δύο παραμέτρους:
- Τις δικές σας οικονομικές δυνατότητες: Όσο περισσότερο έχετε εσείς ανάγκη τα χρήματα που σας ζητάνε, τόσο πιο αυστηρός θα πρέπει να είστε με τους όρους της συναλλαγής. Εάν δεν σας περισσεύουν λεφτά για χάρισμα, ξεκαθαρίστε από την αρχή ότι περιμένετε μία μελλοντική αποπληρωμή.
- Την αξιολόγηση του συνομιλητή σας: Εάν το άτομο απέναντι σας είναι σοβαρό και αξιόπιστο, θα είστε πιο σίγουροι ότι θα πάρετε πίσω τα χρήματα σας στο μέλλον. Από την άλλη, εάν το άτομο αυτό δεν είναι τόσο αξιόπιστο αλλά θέλετε και πάλι να τον βοηθήσετε, είναι καλύτερο να θεωρήσετε εξαρχής τα χρήματα αυτά ως δώρο ακόμα και εάν ο αποδέκτης υπόσχεται ότι θα τα επιστρέψει.
Από την πλευρά του αποδέκτη, εάν θέλετε να αποτρέψετε τυχόν διαφωνίες ή ψυχολογικές δεσμεύσεις, το καλύτερο είναι να ξεκαθαρίσετε από την αρχή ότι θα επιστρέψετε τα χρήματα αυτά, με όσο το δυνατόν πιο ρητούς όρους. Και όσο πιο πιστά τηρήσετε τους όρους αυτούς, τόσο καλύτερη θα είναι η θέση σας απέναντι στον δανειστή, ο οποίος δεν θα μπορεί να σας κατηγορήσει για κάτι.
2ος κανόνας: Ζητήστε τόκο και χρόνο.
Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι τα χρήματα που θα δώσετε δεν είναι δώρο, αλλά περιμένετε να τα πάρετε πίσω κάποια στιγμή. Θα πρέπει τώρα να δώσετε και στον συνομιλητή σας να το καταλάβει αυτό. Και ο πιο ξεκάθαρος τρόπος είναι να του εξηγήσετε ότι το δάνειο του θα είναι με τόκο και συγκεκριμένη διάρκεια.
Δεν έχετε κανέναν λόγο να δανείσετε χρήματα, χωρίς κάποιο αντάλλαγμα για εσάς.
Υπάρχουν πάρα πολλοί τρόποι για να δανείσουμε, να επενδύσουμε ή γενικά να αξιοποιήσουμε τα χρήματα μας. Και μπορεί κάποιοι να είναι περισσότερο ή λιγότερο αξιόπιστοι, όμως σίγουρα κανένας δεν υπόσχεται “μηδέν κέρδος για τα χρήματα σας!”
Σήμερα στην Ελλάδα, τα καταναλωτικά δάνεια των τραπεζών συνεχίζουν να έχουν κατά μέσο όρο επιτόκια πάνω από 10%. Εάν κάποιος λοιπόν δεν μπορεί (ή δεν θέλει) να πάρει δάνειο από την τράπεζα του, αυτό δεν σημαίνει ότι μπορεί να ζητήσει δάνειο από την τσέπη σας χωρίς καμία υποχρέωση.
Οι περισσότεροι βέβαια θα σας έλεγαν “τοκογλύφο”, εάν ζητούσατε επιτόκιο παρόμοιο με αυτό μίας τράπεζας. Ακόμα όμως και εάν δεν θέλετε να επιβαρύνετε τον συνομιλητή σας, μπορείτε να ορίσετε έναν συμβολικό τόκο στο δάνειο που δίνετε. Έτσι τα χρήματα σας θα σας αποφέρουν έστω και ένα μικρό όφελος, και ο δανειζόμενος θα αντιμετωπίσει πιο υπεύθυνα την υποχρέωση του.
Βάσει του κανόνα του ανατοκισμού, για ένα δάνειο €3000 με επιτόκιο 1% και εξόφληση σε 3 χρόνια, το συνολικό ποσό εξόφλησης θα είναι:
3000 x (1,01)^3 = €3090,90.
Ή €85,86 κάθε μήνα.
Όπως εξηγήσαμε και παραπάνω, κάποιος που προθυμοποιείται να δανείσει χρήματα χωρίς τόκους ή προϋποθέσεις, μπορεί να έχει άλλα απώτερα κίνητρα. Είναι πιο τίμιο και για τους δύο να κάνετε μία συμφωνία με συγκεκριμένους όρους, που έτσι κι αλλιώς θα είναι πολύ πιο ελαστικοί από ένα τραπεζικό δάνειο.
Από την άλλη, εάν ο συνομιλητής σας αντιδράει αρνητικά ακόμα και σε μία τόσο μικρή συμβολική επιβάρυνση, ίσως πρέπει να αξιολογήσετε ξανά την συμφωνία σας. Εάν μάθαμε κάτι από την δεκαετία της κρίσης, είναι ότι οι αναξιόπιστοι άνθρωποι δεν αντιδρούν καλά σε τυπικότητες και συγκεκριμένους όρους…
3ος κανόνας: Τα γραπτά μένουν
Και μιας και αναφερθήκαμε σε τυπικότητες, είναι αυτονόητο ότι ο καλύτερος τρόπος για να κατοχυρώσετε την συναλλαγή σας, είναι να την έχετε σε γραπτή μορφή. Μπορεί αυτό να σας φαίνεται υπερβολικό για μία “απλή φιλική” συμφωνία με κάποιον που γνωρίζετε για χρόνια. Όμως εάν μείνετε στα λόγια, μπορεί αυτά που είπε ο ένας σήμερα να είναι άσχετα με αυτά που “θυμάται” ο άλλος, μετά από μερικούς μήνες.
Όσο μεγαλύτερο είναι το ποσό της συναλλαγής, τόσο πιο σημαντικό είναι να υπάρχουν έγγραφες αποδείξεις για αυτήν.
Πρακτικά, εάν η συναλλαγή σας είναι μεγαλύτερη από €2000 – €3000 τότε καλό θα είναι να διασφαλιστούμε τόσο σε περίπτωση διαφωνίας μεταξύ των δύο πλευρών, όσο και σε περίπτωση ελέγχου από την εφορία. Και αυτό γίνεται ακολουθώντας τα εξής βήματα:
- Να γραφτεί ένα ιδιωτικό συμφωνητικό, που θα υπογράψουν και οι δύο πλευρές. Το συμφωνητικό θα πρέπει να υποβληθεί στην εφορία για να θεωρηθεί έγκυρο, ενώ για μεγαλύτερα ποσά μπορεί να συναφθεί σε δικηγόρο ή συμβολαιογράφο. Θα πρέπει επίσης να περιγράφει αναλυτικά τους όρους της συναλλαγής (σκοπός χρήσης των χρημάτων, ποσό και χρόνος συναλλαγής, επιτόκιο, τρόπος και χρόνος αποπληρωμής, κλπ.).
- Η μεταβίβαση του ποσού, καθώς και η εξόφληση σε περίπτωση δανείου, να γίνουν μέσω τραπεζικών συναλλαγών.
- Η συναλλαγή να δηλωθεί και από τις δύο πλευρές στις φορολογικές τους δηλώσεις.
Μπορεί όλα αυτά να είναι υπερβολικά για μία μικρή διευκόλυνση π.χ. €500, που θα δοθούν ως μετρητά μεταξύ δύο συγγενών ή φίλων. Όμως είναι απαραίτητα όταν μιλάμε για μεγαλύτερα ποσά, τα οποία στην χειρότερη περίπτωση μπορεί να αναγκαστούμε να διεκδικήσουμε δικαστικά.
Και όπως είπαμε και πριν, μία γραπτή διαδικασία είναι ο καλύτερος τρόπος για να αξιολογήσουμε πόσο αξιόπιστος είναι ο συνομιλητής μας. Εάν αυτός αντιδράσει αρνητικά στην ιδέα να βάλει την υπογραφή του σε μία χρηματική συναλλαγή, αυτό θα λέει πολλά…
Και με την εφορία τι γίνεται;
Είναι δεδομένο ότι σε κάθε γραπτή συναλλαγή χρημάτων, η εφορία θέλει να βάλει και “το δικό της χεράκι”, κάτι που εμείς μπορεί να θέλουμε να αποφύγουμε. Όμως όταν μιλάμε για μία συναλλαγή μεγάλης αξίας την οποία θα κατοχυρώσουμε γραπτά, θα πρέπει αναγκαστικά να αποδεχτούμε την επιπλοκή αυτήν.
Ή όπως λένε και οι Αμερικάνοι: “That’s the cost of doing business”.
Χωρίς να μπούμε σε πολλές λεπτομέρειες (τις οποίες θα πρέπει οπωσδήποτε να συζητήσετε με τον λογιστή σας), ο νόμος 2961/2021 περιγράφει πως φορολογούνται οι γονικές παροχές και οι δωρεές χρημάτων:
- Για δωρεές χρημάτων μεταξύ συγγενών 1ου βαθμού (σύζυγοι, γονείς, παιδιά & εγγόνια) μέχρι €800.000 δεν επιβάλλεται φόρος, ενώ για μεγαλύτερα ποσά ο αποδέκτης πληρώνει φόρο 10% στο επιπλέον ποσό.
- Δωρεές χρημάτων μεταξύ συγγενών 2ου βαθμού (αδέλφια, ξαδέλφια, θείοι, πεθεροί κλπ.) φορολογούνται με 20% στον αποδέκτη (και ναι, εάν τα δώσετε μέσω ενός κοινού συγγενή 1ου βαθμού, μπορείτε να παρακάμψετε τον φόρο).
- Και για συγγενείς 3ου βαθμού ή άτομα χωρίς συγγένεια, ο φόρος δωρεάς χρημάτων ανεβαίνει στο 40%.
Από την άλλη για τα προσωπικά δάνεια που συνάπτονται με συμφωνητικό, ο δανειστής πρέπει να καταβάλλει χαρτόσημο 3,6% στο ποσό του δανείου. Και εάν το δάνειο είναι έντοκο, οι καθαροί τόκοι που εισπράττει ο δανειστής φορολογούνται με 15%.
Τέλος, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όλα αυτά τα ποσά αποτελούν τεκμήριο εισοδήματος, και πρέπει να γραφτούν στην ετήσια δήλωση εισοδήματος και των δύο πλευρών. Σε αντίθετη περίπτωση, και ειδικά εάν τα χρήματα αυτά κατατέθηκαν στην τράπεζα ή χρησιμοποιήθηκαν για αγορές, η εφορία μπορεί πολύ εύκολα να τα διασταυρώσει και να σας στήσει στον τοίχο…
Οι καλοί λογαριασμοί…
Ο καλύτερος τρόπος για να χειριστούμε μία οικονομική διευκόλυνση μεταξύ φίλων ή συγγενών, είναι να την αντιμετωπίσουμε σαν μία συνηθισμένη επαγγελματική συναλλαγή με έναν άγνωστο πελάτη. Εφόσον οι οι όροι της συμφωνίας είναι σαφείς και ξεκάθαροι, θα μειώσουμε έως έναν βαθμό την αμηχανία που προκύπτει όταν τα χρήματα μπαίνουν ανάμεσα σε κοντινά πρόσωπα. Και στο χειρότερο ενδεχόμενο όπου η άλλη πλευρά δεν φανεί συνεπής, εσείς θα έχετε τουλάχιστον μία νομική κατοχύρωση.
Κάτι όμως που μάλλον δεν θα αποτρέψει τους καυγάδες στο επόμενο οικογενειακό τραπέζι…
—
Υ.Γ. Πριν την δημοσίευση του άρθρου, ζητήσαμε από τους αναγνώστες μας να μοιραστούν (ανώνυμα) τις δικές τους εμπειρίες πάνω στο θέμα:
“Αδερφικός φίλος, με αφορμή επιπόλαιο στοιχηματισμό, μου ζήτησε λεφτά για να μην έχει θέμα με την οικογένεια του. Η συγκεκριμένη επιπόλαια πράξη αποπληρώθηκε σχετικά γρήγορα. Αλλά μετά αποδείχθηκε ότι υπήρχε θέμα με τζόγο και τον βοήθησα αρκετές φορές, ώσπου τώρα απλά περιμένω να με ξεπληρώσει τα τελευταία 1000 ευρώ που του έδωσα.”
“Για πολλά χρόνια βοηθούσα οικονομικά την αδελφή μου και τον άνδρα της. Τους είχαμε δώσει πολλές χιλιάδες ευρώ χωρίς καμία αντίρρηση. Ούτε σκόπευα να τους τα ζητήσω πίσω, αφού υποτίθεται ότι είμαστε οικογένεια. Κάποια στιγμή όμως βρέθηκα και εγώ σε δύσκολη θέση, και τους ζήτησα να με βοηθήσουν όπως τους είχα βοηθήσει εγώ τόσες φορές. Για να μην τα πολυλογώ, τσακωθήκαμε τόσο άσχημα εκείνη την ημέρα που κατάλαβα ότι τόσα χρόνια με θεωρούσαν δεδομένο! Από τότε έκοψα τελείως τις επαφές μου μαζί τους, και δεν τους ξαναέδωσα τίποτα.”
“Εγώ γενικά δανείζω φίλους -μικροποσά βέβαια- που έχουν πρόβλημα και νιώθω ωραία που εξυπηρετώ σε ανάγκη αλλά δυστυχώς τώρα τελευταία έχω φάει δύο απανωτά άκυρα όπου μάλλον τα έχασα (σύνολο 200 ευρώ) και έχω εκνευριστεί. Το πρόβλημα μου είναι ότι σε αυτές τις περιπτώσεις με κάνουν και νιώθω **λάκας που τους παίρνω να ζητήσω τα λεφτά μου πίσω. Οπως και να έχει, με αφορμή τα 2 απανωτά, αποφάσισα να μην ξανά δανείσω ποτέ κανένα και δυστυχώς θα την πληρώσει και κάποιος που θα ήταν κύριος αλλά το σημαντικό για εμένα είναι να νιώθω εγώ καλά. Ούτε να νιώθω κορόιδο ούτε να αισθάνομαι άσχημα να ενοχλώ τον άλλο που είναι γαιδούρι και αναίσθητος ούτε τίποτα.”
“έχω δανείσει χρήματα που εννοείται δεν τα πήρα πίσω πέρα από μία μεμονωμένη φορά. Αυτό όμως που είναι ακόμη πιο σπαστικό , είναι πως οι δανειζόμενοι σου προκαλούν και τύψεις λέγοντας σε σπαγκοραμμένο , και γύφτο που τόλμησες να ζητήσεις πίσω τα δανεικά . Και δεν είναι μόνο με λεφτά. Είναι και με μικροπράγματα, όπως cd, ομπρέλες , βιβλία , όλα αγύριστα. Κάποτε δάνεισα μία συλλογή βιβλίων σε μία πρώην και μετά από δύο μέρες το διαλύσαμε. Δεν έδωσε σημεία ζωής για χρόνια φυσικά και όταν τη βρήκα και ζήτησα τα βιβλία πίσω , με κατηγόρησε ότι τη θεώρησα κλέφτρα και κάτι άλλα τέτοια γραφικά.”
“Από προσωπική εμπειρία, είχα δανείσει σε στενό φίλο 350 ευρώ που τα χρειαζόταν άμεσα για το όχημά του. Επειδή ήταν στενός κι όχι απλά γνωστός, δεν έθεσα ξεκάθαρο χρονοδιάγραμμα επιστροφής των δανεικών. Καλή μαλακία, επειδή έκανε να μου τα επιστρέψει πάνω από 5 μήνες, ενώ στο μεσοδιάστημα αγόρασε μετρητοίς παρακαλώ, τηλεόραση με 240 ευρώ, την στιγμή που δεν μου είχε δώσει φράγκο πίσω! (…) Με εξόργισε αφάνταστα σαν κίνηση και φυσικά το μετάνιωσα, παρόλο που εντέλει τα επέστρεψε στο ακέραιο. Προφανώς δεν πρόκειται να του ξαναδάνειζα ούτε ευρώ, ούτε του συγκεκριμένου, ούτε και κανενός άλλου.”